Έχει ντύσει μεγάλες σταρ του κινηματογράφου, αλλά η Σοφία Κοκοσαλάκη, παραμένει προσγειωμένη. Της λείπει πολύ η Ελλάδα και σκέφτεται όπως λέει να γυρίσει, αλλά όταν ακούει τον όρο «δημόσιες υπηρεσίες»… συνέρχεται!
Η σπουδαία και διεθνώς αναγνωρισμένη σχεδιάστρια μόδας μίλησε στην εφημερίδα «Πρώτο Θέμα» για τις χολιγουντιανές σταρ που ντύνει, τον σκληρό χώρο της μόδας, αλλά και τη μητρότητα. Πηγή έμπνευσής της και μόνιμο σημείο αναφοράς στη δουλειά της η Ελλάδα – της οποίας είναι, άτυπα αλλά ουσιαστικά, πρέσβειρα σε όλο τον κόσμο.
Ακολουθεί ένα μέρος της συνέντευξής της…
Πριν από λίγες εβδομάδες, με αφορμή τα γενέθλια της βασίλισσας Ελισάβετ που για πρώτη φορά γιορτάστηκαν στην Ελλάδα, η βρετανική πρεσβεία τίμησε ανθρώπους που διαπρέπουν στην Αγγλία όπως εσείς. Πώς αισθάνεστε γι’ αυτή την τιμητική αναγνώριση;
«Ήταν μια πολύ ξεχωριστή εκδήλωση διότι αναγνωρίστηκε κατά κάποιον τρόπο η προσφορά μου σε δύο κουλτούρες, σε δύο χώρες. Τόσα χρόνια τώρα προσπαθώ μέσα από τη δουλειά μου να συμφιλιώσω και να εκσυγχρονίσω δύο διαφορετικές και ακραίες αισθητικές προσεγγίσεις, την κλασική και την παραδοσιακή ελληνική, έναντι του βρετανικού street culture που βασιλεύει στο Λονδίνο. Εκτός των άλλων, ήταν μια ωραία βραδιά την οποία οργάνωσε ένας πολύ κοινωνικός και ευφυής πρέσβης, ο Τζον Κίτμερ, ο οποίος μιλά άπταιστα ελληνικά».
Πώς πηγαίνει ο οίκος μόδας σας στο Λονδίνο;
«Πέρασα μια περίεργη περίοδο όταν έφυγε ο Ιταλός επενδυτής, αλλά κατάφερα και εξαγόρασα το όνομά μου και τώρα σιγά-σιγά επανερχόμαστε στους φυσιολογικούς μας ρυθμούς. Αυτή η περίοδος όμως μας έκανε καλό. Επικεντρώθηκα στα ρούχα μου και γίναμε πιο ευέλικτοι ως επιχείρηση».
Ποιες επώνυμες σταρ έχετε ντύσει και ποιες είναι οι αγαπημένες σας;
«Τις περισσότερες νομίζω – νέες και μεγαλύτερες γυναίκες. Αγαπημένες μου είναι η Ρέιτσελ Βάις, η Τίλντα Σουίντον και η Νταϊάν Κρούγκερ».
Θεωρείτε κορύφωση στην καριέρα σας την επιλογή να σχεδιάσετε εσείς τα ρούχα για τους Ολυμπιακούς Αγώνες το 2004; «Μετά τη συμμετοχή σας σε ένα τόσο μεγάλο γεγονός -και ίσως έναν στόχο ζωής- δεν είπατε «και τι θα κάνω μετά;»
«Όχι, καμία σχέση. Αντίθετα, ήθελα να κάνω ακόμα περισσότερα. Δούλεψα με τόσο ταλαντούχους ανθρώπους που αισθανόμουν συνέχεια ότι πρέπει να κάνω κι άλλα, πιο μεγάλα πράγματα».
Πώς βλέπουν οι Άγγλοι την κρίση στην Ελλάδα; Έχετε αισθανθεί έστω λίγο μειονεκτικά για όλα αυτά που ακούγονται και γράφονται για τους Έλληνες και τη χώρα μας;
«Δεν νομίζω ότι γράφουν τόσα πολλά αρνητικά τελευταία και ο λόγος είναι ότι έχει αρχίσει να χτυπάει η οικονομική κρίση και το Λονδίνο και έχουν αρχίσει να φοβούνται. Τα επιτόκια είναι τα πιο χαμηλά που υπήρξαν ποτέ, στην προσπάθειά τους να τονώσουν την εδώ αγορά. Το μόνο που μας καταλογίζουν είναι ότι είμαστε απαράδεκτοι φοροφυγάδες, στο οποίο μάλλον έχουν δίκιο».
Κάνατε τα όνειρά σας πραγματικότητα;
«Ναι, νομίζω ότι αρκετά από τα σημαντικά μου όνειρα έγιναν πραγματικότητα. Υπάρχουν και μερικά άλλα στη λίστα μου που δεν τα έχω δρομολογήσει ακόμα. Θα ήθελα π.χ. να κάνω ταινίες. Φυσικά το ότι έχω ένα παιδί είναι το πιο σημαντικό για μένα. Μια μέρα είχα ένα δυσοίωνο όραμα ότι, αν συνεχίσω να είμαι τόσο εργασιομανής και ταγμένη στην καριέρα μου, θα βρεθώ γύρω στα 80 μου να αναπολώ παλιές δόξες μου, με πολλά editorial μόδας, φωτογραφίες, ρούχα, μόνη μου σε ένα δωμάτιο. Χωρίς απόγoνο. Αυτό δεν μου άρεσε και έλαβα τα μέτρα μου».
Σας λείπει η Ελλάδα; Σκοπεύετε κάποια στιγμή να γυρίσετε μόνιμα εδώ;
«Καμιά φορά πολύ, αλλά όταν ακούσω τον όρο «δημόσιες υπηρεσίες», συνέρχομαι. Το έζησα πολύ στα 20 μου και αυτό ήταν απαράδεκτο. Στο Λονδίνο δεν έχω σταθεί ποτέ σε ουρά για να πάρω κάποιο χαρτί ή να πληρώσω κάτι. Όλα γίνονται μέσω τηλεφώνου ή Ιντερνετ και νομίζω ότι βοηθάει πολύ στην ποιότητα ζωής μας εδώ. Έστω και χωρίς πολύ ήλιο».