«Το μόνο που χαίρομαι είναι να μου μιλάνε οι άνθρωποι στον δρόμο γιατί είναι σαν να συναντώ φίλους», εξομολογείται η Ελένη Ψυχούλη.
Εστιάτορας, γαστρονόμος, δημοσιογράφος, παρουσιάστρια, μαμά. Μια πολυσχιδής προσωπικότητα αποκαλύπτεται στο thema people και μεταξύ άλλων δηλώνει πως απολαμβάνει τη ζωή της στον Βόλο όπου έχει ανοίξει το δικό της εστιατόριο.
Επίσης δηλώνει αισιόδοξη για το μέλλον της Ελλάδας, ενώ ξεκαθαρίζει ότι δεν βρέθηκε με πολλά λεφτά γιατί όπως σημειώνει μπήκε στην τηλεόραση σε μια περίοδο όπου δεν υπάρχει χρήμα.
Ακολουθεί ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα της συνέντευξης…
Η απότομη αναγνωρισιμότητα δεν σε άλλαξε;
Δεν ένιωσα την επιτυχία και την αναγνωρισιμότητα γιατί η τηλεόραση ήρθε σε μια πολύ δύσκολη περίοδο της ζωής μου, όπου ήμουν άνεργη, απένταρη και με χρέη. Όταν αυτά τα δύο συμβαίνουν ταυτόχρονα, δεν μπορείς να ξιπαστείς με την αναγνωρισιμότητα και να την απολαύσεις διότι παράλληλα σου συμβαίνουν δυσάρεστα πράγματα που σε ρίχνουν. Επίσης, δεν άλλαξε η ζωή μου. Δεν βρέθηκα με πολλά λεφτά γιατί μπήκα στην τηλεόραση σε μια περίοδο όπου δεν υπάρχει χρήμα. Γιατί να ξιπαστώ; Το μόνο που χαίρομαι είναι να μου μιλάνε οι άνθρωποι στον δρόμο γιατί είναι σαν να συναντώ φίλους.
Ποια είναι τα σημεία-σταθμοί της ζωής σου;
Η ζωή στο Παρίσι ήταν μεγάλος σταθμός. Δούλεψα 16 χρόνια στην τέχνη πολύ σκληρά, έκανα δημόσιες σχέσεις στον γλύπτη Τάκη και αργότερα σε νέους καλλιτέχνες. Εκεί έμαθα την υπευθυνότητα και πως τίποτα δεν γίνεται χωρίς ολοκληρωτική αφοσίωση. Οταν θέλεις να πετύχεις κάτι, η προσωπική ζωή έρχεται σε δεύτερη και τρίτη μοίρα. Και το ακολουθώ για πάντα. Ο δεύτερος σταθμός ήταν η γέννηση του γιου μου, Γιώργου, στα 31 μου. Το παιδί μού απομυθοποίησε όλα όσα ήξερα για τη μητρότητα και έμαθα ότι είναι μια πολύ προσωπική ιστορία. Οι μανάδες θεωρούν ότι αυτές μαθαίνουν στα παιδιά τους. Εγώ αντίθετα πιστεύω ότι ο γιος μου με έκανε υπεύθυνο άνθρωπο και πως τελικά ένα παιδί ισούται με μία συνεχή ψυχανάλυση. Του χρωστάω, δεν μου χρωστάει. Τρίτος σταθμός είναι όλα τα μεγάλα επαγγελματικά επιτεύγματα. Την πρώτη μέρα που άνοιξε το εστιατόριο «Βee», το «Πιρουνάκι» στον Βόλο, όταν είδα έτοιμο το πρώτο είδος προικός, το πρώτο κείμενό μου τυπωμένο στο «Symbol». Από την άλλη, η τηλεόραση δεν μου προκάλεσε την ίδια συγκίνηση.
Πώς αποφάσισες να επιστρέψεις στην Ελλάδα;
Περνούσα καλύτερα στην Ελλάδα. Είχαν τελειώσει τα 80s, τα πάρτι στο Παρίσι και είχε έρθει η πρώτη οικονομική κρίση. Η ζωή άρχισε να γίνεται θλιβερή. Έτσι, μια μέρα επέστρεψα στην Ελλάδα χωρίς καν να πάρω τα πράγματά μου. Δούλεψα με νέους καλλιτέχνες, αλλά σύντομα έκλεισε κι αυτός ο κύκλος. Δεν μπορώ να κάνω ένα επάγγελμα μέχρι να πεθάνω. Αν κάποιος μου πει κάτι τέτοιο, θα πεθάνω τώρα. Θέλω να ξέρω ότι πάντα ζω σε μια ανοιχτή πόρτα. Στον διάδρομο του σπιτιού μου έχω πάντα μια βαλίτσα. Δεν τη βολεύω γιατί είναι ψυχολογικό. Αν μου κρύψεις τη βαλίτσα, θα πάθω πανικό. Θέλω να τη βλέπω, τάχα μου ότι θα πάω κάπου. Και ας μην πηγαίνω. Με την οικονομική κρίση η βαλίτσα ήταν εκεί για τρία χρόνια ενώ δεν μπορούσα να πάω πουθενά.
Τι δεν βρήκες σε έναν άντρα; Ανεξαρτησία, να μου αφήνει χώρο, χρόνο και να μπορεί να ακολουθήσει τους ρυθμούς μου. Αλλά πού να το βρεις αυτό; Είναι ακατόρθωτο.
Μήπως τελικά η μεγάλη καψούρα της ζωής σου είναι ο γιος σου και δεν μπόρεσες να τον ξεπεράσεις ποτέ;
Ίσως το παιδί είναι μια συναισθηματική δικλίδα ασφαλείας που σε κάνει να μην ανέχεσαι πολλά σε μια ερωτική σχέση, οπότε δεν κάνεις πολλές υποχωρήσεις. Η σχέση γιου και μάνας είναι μια ερωτική σχέση. Δεν θα ξεχάσω πως όταν γεννήθηκε ο Γιώργος έλεγα ότι θα διορθώσω όλο αυτό το κακό της Ελληνίδας μάνας με τους γιους από το οποίο είχαμε υποφέρει όλες ως γκόμενες. Τελικά έχω γίνει χειρότερη. Εχω καταλήξει δε ότι είναι καρμικό. Καμία σύντροφός του δεν είναι αντάξια του γιου μου. Δεν έχει γεννηθεί ακόμα!